Τι θα ήταν για εμένα ο τόπος που γεννήθηκα, εάν ο πατέρας μου δεν ήταν από εκεί, εάν δεν γεννιόμουν και δεν μεγάλωνα εκεί, διανύοντας μια ηλικιακή φάση που όλα ήταν πρωτόγνωρα, η μνήνη εξαιρετικά ευρύχωρη, η επιθυμία για ζωή και εμπειρίες φρενήρης, που το καθολικό, απόλυτο, η υπεργενίκευση και η διχοτομική σκέψη, τα οξύμωρα σχήματα ταίριαζαν τόσο αρμονικά μεταξύ τους και έκαναν τα θολά και ομιχλώδη συχνά τοπία να μοιάζουν με ανοιχτούς ορίζοντες και την καταχνιά καλύβι ζεστό και φιλόξενο για κρυφοφτερουγίσματα, κρυφοσκιρτήματα και πεθυμιές τόσο λιγωτικές κι ασύνορες; Εάν δεν ζούσα εκεί την περίοδο των πρώτων συναντήσεων, των πρώτων γεύσεων, των πρώτων σκιρτημάτων μέσα σε ένα πλαίσιο εξιδανίκευσης μέτριων συνθηκών, στεγνών δεδομένων, στεγανοποιημένων μικροπεριβαλλόντων, της μοναδικής αλήθειας, της αποστειρωμένης από κάθε διαφορετικό, ποικίλο, πολύχρωμο, αιρετικό άλλο, που έρχεται απ’ έξω; Αγαπάμε ό,τι πονέσαμε και ό,τι ζήσαμε, γιατί μας αγαπάμε. Και βράχος αυτό να ήτανε, ναι, γιατί μας αγαπάμε! Γι αυτό κι ό,τι σκοτώσαμε ή ό,τι κι αν προδώσαμε γρήγορα θέλουμε βαθιά να θάψουμε, καμιά συμπόρευση, ούτε καν ως φευγαλέα ανάμνηση, μαζί του να μην έχουμε για να μην το πονέσουμε και πονέσουμε. Αφήστε τον τόπο ήσυχο, όσοι επάνω του ασελγείτε, με μύθους κι επιμύθια κι επίθετα κοσμητικά, κακόηχα και βαρετά, υπερβολές, στολίσματα, σοβάδες κι επιχρίσματα, μήπως και τον ακούσετε και πάτε και κρυφτείτε!!! Μήπως τον δείτε αληθινά και τον ερωτευτείτε! Konantdarais 6/9/2024
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου